Η παρά τη κλίνη εξέταση των νευρολογικών διαταραχών, μέσω μίας τυπικής νευρολογικής κλινικής εξέτασης θεωρείται ως μία άμεση και ανέξοδη μέθοδος για την αξιολόγηση της εγκεφαλικής δυσλειτουργίας στη σχιζοφρένεια. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων σαράντα ετών οι ερευνητικές εργασίες αναφέρουν συστηματικά την αυξημένη παρουσία των ήπιων νευρολογικών σημείων (ΗΝΣ) στους ασθενείς με σχιζοφρένεια, σε σύγκριση με τον υγιή πληθυσμό ή τους μη-ψυχωτικούς ψυχιατρικούς ασθενείς. Ωστόσο, η λειτουργική τους συσχέτιση παραμένει ασαφής και η ειδικότητά τους έχει συχνά αμφισβητηθεί, αν και υπάρχουν ενδείξεις μίας σχετικής ειδικότητας ως προς τη διάγνωση ή τη συμπτωματολογία. Παράγοντες όπως οι ανεπιθύμητες ενέργειες των νευροληπτικών φαρμάκων, το φύλο, η ηλικία ή το οικογενειακό ψυχιατρικό ιστορικό, θεωρείται ότι επηρεάζουν τα αποτελέσματα της νευρολογικής εκτίμησης, ενώ μόνο ένας σχετικά μικρός αριθμός ερευνών αναφέρει δεδομένα μίας μακροχρόνιας παρακολούθησης των ΗΝΣ σε έναν επαρκή αριθμό ατόμων προκειμένου να αξιολογηθεί μία πιθανή έκπτωση των νευρολογικών λειτουργιών. Η παρούσα μελέτη προσπάθησε να διερευνήσει τη συχνότητα και τη φύση των ΗΝΣ σε ασθενείς με σχιζοφρένεια, καθώς και σε μία ομάδα υγιών μαρτύρων. Στοχεύσαμε στη διερεύνηση των διαφορών μεταξύ των μελετώμενων πληθυσμών και των συσχετίσεων μεταξύ συγκεκριμένων ομάδων νευρολογικών σημείων και κλινικών, κοινωνικοδημογραφικών και θεραπευτικών χαρακτηριστικών του πληθυσμού των ασθενών, κατά την αρχική εκτίμηση, καθώς και μετά την πάροδο δώδεκα μηνών. Συνολικά εντάχθηκαν στη μελέτη 133 νοσηλευόμενοι και εξωτερικοί ασθενείς. Οι διαγνώσεις τέθηκαν βάση της ελληνικής έκδοσης 5.0.0. της σύντομης διεθνούς νευροψυχιατρικής συνέντευξης (Mini International Neuropsychiatric Interview, MINI Greek version 5.0.0.). Επιπλέον, 122 υγιείς μάρτυρες συμπεριλήφθηκαν στη μελέτη και αντιστοιχήθηκαν ως προς το φύλο και την ηλικία με τον πληθυσμό των ασθενών. Όλοι οι ενταχθέντες στη μελέτη υποβλήθηκαν αρχικά σε νευρολογική εξέταση εστιασμένη στη διερεύνηση των ΗΝΣ, βάση της Neurological Evaluation Scale (NES) κλίμακας. Τα εξωπυραμιδικά συμπτώματα εκτιμήθηκαν με τις κλίμακες Simpson-Angus Rating Scale (SARS) και Extrapyramidal Symptoms Rating Scale (ESRS). Τα ανευρεθέντα κλινικά συμπτώματα του πληθυσμού της μελέτης αξιολογήθηκαν με τις κλίμακες Positive And Negative Syndrome Scale (PANSS), Calgary Depression Scale for Schizophrenia (CDSS), State-Trait Anxiety Inventory form Y (STAI-T and STAI-S) και Young Mania Rating Scale (YMRS). Τέλος, η εκτίμηση της γενικής λειτουργικότητας έγινε βάση των οδηγιών της Αμερικάνικης Ψυχιατρικής Εταιρείας (κλίμακα GAF), ενώ η προτίμηση χρήσης των χεριών εκτιμήθηκε με την κλίμακα Annett Hand Preference Questionnaire (AHPQ). Για λόγους στατιστικής ανάλυσης υιοθετήθηκε τιμή p τέτοια ώστε να είναι επαρκής για πολλαπλές συγκρίσεις και ορίστηκε σε επίπεδο p<0.001. Για την ανάλυση των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε το t-test για ένα δείγμα, η δοκιμασία x2, η δοκιμασία t-test για ανεξάρτητα δείγματα και ο συντελεστής συσχέτισης Pearson, όπου αυτό απαιτείτο. Συμπεράσματα: Τα ήπια νευρολογικά σημεία είναι εξαιρετικά συχνά σε ασθενείς με σχιζοφρένεια (90%), ενώ μάλλον σπάνια σε υγιείς μάρτυρες (12%), εύρημα κοινό σε όλες τις υποομάδες στις οποίες κατηγοριοποιούνται. Η παρουσία τους έχει μορφή δομικών χαρακτηριστικών (trait-like), με σταθερότητα στο χρόνο, και είναι ανεξάρτητα από κοινωνικοδημογραφικούς παράγοντες, κλινικά χαρακτηριστικά της νόσου και την υπάρχουσα φαρμακοθεραπεία, αν και η ύπαρξή τους ενδεχομένως υποδεικνύει νόσο με φτωχότερη έκβαση. Δε φαίνεται να επιδεινώνονται με το πέρασμα της ηλικίας, τουλάχιστον μέχρι την ηλικία των 65 ετών.