Τα ποσοστά θνητότητας των υψηλού κινδύνου πρόωρων νεογνών έχουν σταθεροποιηθεί και συνεπώς η μελέτη των στρατηγικών μείωσης των υψηλών ποσοστών νευροαναπτυξιακών διαταραχών είναι απαραίτητη. Τα υψηλού κινδύνου πρόωρα νεογνά πρέπει να συμμετέχουν σε προγράμματα πρώιμης παρέμβασης από πολύ νωρίς, λόγω της αυξημένης πλαστικότητας του αναπτυσσόμενου εγκεφάλου. Παρόλα αυτά, η αποτελεσματικότητα της παρέμβασης σε όλα τα ΥΚ πρόωρα νεογνά δεν είναι ξεκάθαρη. Έχει αποδειχτεί, ότι οι πρώιμες αναπτυξιακές παρεμβάσεις που ξεκινούν μετά την έξοδο από το νοσοκομείο, βελτιώνουν τη γνωστική ανάπτυξη των νεογνών αλλά το αποτέλεσμα αυτό δε διατηρείται στη σχολική ηλικία. Η απόδειξη των επιδράσεων της πρώιμης παρέμβασης στην κινητική ανάπτυξη είναι ελλιπής. Επομένως, στόχος της παρούσας μελέτης ήταν να αξιολογήσει την επίδραση της πρώιμης παρέμβασης με τη μέθοδο NDT στη γνωστική και κινητική έκβαση ΥΚ πρόωρων νεογνών, μέχρι τη διορθωμένη ηλικία των 18 μηνών αλλά και να συσχετίσει νεογνικούς και περιγεννηρικούς παράγοντες με τη γνωστική και κινητική έκβαση. Στη μελέτη εισήχθησαν νεογνά με ΔΚ≤32 εβδομάδων και ΒΓ≤1500 γραμμαρίων. Αποκλείστηκαν, νεογνά με χρωματοσωμικές ανωμαλίες, μείζονες συγγενείς ανωμαλίες και γενετικά σύνδρομα. Επίσης, αποκλείστηκαν τα νεογνά που στη διορθωμένη ηλικία των 18 μηνών διαγνώστηκαν με εγκεφαλική παράλυση. Συνολικά, 147 νεογνά πληρούσαν τα κριτήρια εισαγωγής και εφαρμόστηκε η δοκιμασία ΤΙΜΡ στη ΔΗ των 38-41 εβδομάδων. Από αυτά, 73 τυχαιοποιήθηκαν στην ομάδα παρέμβασης και 74 στην ομάδα ελέγχου. Η ομάδα παρέμβασης ακολούθησε πρόγραμμα φυσικοθεραπείας με τη μέθοδο NDT με συχνότητα 2 φορές την εβδομάδα, για ένα έτος ενώ η ομάδα ελέγχου εφάρμοσε πρόγραμμα οδηγιών στο σπίτι 2 φορές την εβδομάδα, για ένα έτος. Στη στατιστική ανάλυση χρησιμοποιήθηκε το t-test, η one-way ANOVA, ο έλεγχος χ² κατά Pearson, repeated measures ANOVA και ο έλεγχος κατά Greenhouse-Geisser. Επιπρόσθετα, χρησιμοποιήθηκε ο έλεγχος Kolmogorov-Smirnov. Το ΒΓ και η ΔΚ των νεογνών στις δύο ομάδες ήταν 1325,18 (±368,46) γρ και 30,55 (±1,6) εβδ, αντίστοιχα, στην ομάδα παρέμβασης και 1440,18 (±293,61) και 30,76 (±1,6) στην ομάδα ελέγχου, αντίστοιχα. Η διαφορά δεν ήταν στατιστικά σημαντική. Οι δύο ομάδες ήταν συγκρίσιμες ως προς τους περιγεννητικούς και νεογνικούς παράγοντες . Οι 2 ομάδες αξιολογήθηκαν στη διορθωμένη ηλικία των 3, 6, 12 και 18 μηνών. Οι δύο ομάδες είχαν στατιστικά σημαντική διαφορά στη διορθωμένη ηλικία των 3, 12 και 18 μηνών στη γνωστική και κινητική έκβαση με την ομάδα παρέμβασης να υπερέχει. Στη διορθωμένη ηλικία των 18 μηνών, η ομάδα παρέμβασης σημείωσε μέση βαθμολογία 108,83 (±9,39) στη γνωστική κλίμακα και 109,01 (±10,30) στην κινητική ενώ η ομάδα ελέγχου 99,18 (±7,31) στη γνωστική και 98,81 (±8,91) στην κινητική κλίμακα της δοκιμασίας Bayley III. Η φυσικοθεραπεία (p<0,0001), η IVH (p<0,0001), η πολυδυμία (p=0,008), η ΝΕΚ (p=0,001) και η διάρκεια χορήγησης Ο₂ (p=0,008) επηρέασαν σημαντικά στη βαθμολογία της γνωστικής έκβασης των πρόωρων νεογνών στη διορθωμένη ηλικία των 18 μηνών. Η φυσικοθεραπεία (p<0,0001), ήταν ο μοναδικός παράγοντας που επηρέασε σημαντικά τη βαθμολογία της κινητικής έκβασης των πρόωρων νεογνών στη διορθωμένη ηλικία των 18 μηνών. Τα ΥΚΠΝ επωφελούνται από το πρόγραμμα πρώιμης παρέμβασης με τη μέθοδο NDT, διότι βελτιώνουν την κινητική και γνωστική τους έκβαση μέχρι τη διορθωμένη ηλικία των 18 μηνών. Ως εκ τούτου, συστήνεται η εφαρμογή της μεθόδου κατά τη διάρκεια του 1ου έτους ζωής ως προληπτικό πρόγραμμα θεραπείας στα ΥΚΠΝ. Αδιαμφισβήτητα, μεγαλύτερης διάρκειας μακροχρόνιες παρακολουθήσεις απαιτούνται για να επιβεβαιώσουν ή να απορρίψουν τη διατήρηση των αποτελεσμάτων στην προσχολική ή σχολική ηλικία. Συστήνεται, ο παράγοντας φυσικοθεραπευτική παρέμβαση να συνυπολογίζεται στις πολυπαραγοντικές αναλύσεις διότι οδηγεί σε αξιόπιστη ερμηνεία των αποτελεσμάτων που αφορούν την έκβαση.